Του Παναγιώτη Δαβέρου, Ανώτερου Διευθυντή Φορολογικών & Τελωνειακών θεμάτων του Ομίλου HELLENiQ ENERGY, με αφορμή πρόσφατη ομιλία του σε Φορολογικό Συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου
Βασικό στοιχείο στο Ελληνικό φορολογικό περιβάλλον, συνεχίζει να αποτελεί η αυτοτέλεια του νομικού προσώπου. Οπότε, η ειδική αναφορά στα φορολογικά μέτρα του 2025 σε ενιαία φορολόγηση για επιχειρήσεις και Ομίλους (Group Taxation), αποτέλεσε ένα ιδιαίτερα ευχάριστο γεγονός.
Πόσο κοντά είμαστε σε αυτή τη σημαντική τομή;
Ορισμένα δειλά βήματα προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση, είχαν ξεκινήσει με την αξιολόγηση των ενδοομιλικών δραστηριοτήτων και συναλλαγών σε επίπεδο Ομίλου, μέσω των Φακέλων Τεκμηρίωσης. Πρόσφατα, μάλιστα, έγινε ένα παραπάνω βήμα, με την ειδική πρόβλεψη ότι οι προσαρμογές (TP adjustments) των ενδοομιλικών συναλλαγών που προκύπτουν από ελέγχους, θα είναι ουδέτερες από πλευράς επιπτώσεων μεταξύ των συμβαλλομένων, σε Ομιλικό επίπεδο. Αυτό ήρθε να συμπληρώσει τη δυνατότητα, ήδη από το 2023, υψηλότερης παρεχόμενης έκπτωσης του υπερβαίνοντος κόστους δανεισμού (κανόνας υποκεφαλαιοδότησης – thin cap), επίσης όταν η φορολογούμενη οντότητα είναι μέλος Ομίλου.
Και όλα αυτά, ενώ ταυτόχρονα έχουμε διεθνώς (και στην Ελλάδα) τη θέσπιση από την 1/1/2024 κανόνων φορολόγησης σε επίπεδο πολυεθνικών Ομίλων, με εισαγωγή ελάχιστου συντελεστή 15% για τη συνολική φορολόγηση μητρικών, με δραστηριότητες σε διαφορετικές δικαιοδοσίες (πλαίσιο Pillar II), που εξ ορισμού παραπέμπει σε Ομιλικό φορολογικό χειρισμό.
Μάλλον είμαστε αρκετά κοντά λοιπόν, ώστε να μπορούμε να διαμορφώσουμε ένα νέο πλαίσιο, με την Ελλάδα να μπορεί (και να πρέπει) να εναρμονισθεί με τις ευρωπαϊκές και διεθνείς τάσεις και πρακτικές. Με άρση υφιστάμενων εμποδίων στη διασυνοριακή δραστηριότητα των Ομίλων, αλλά και με την αυτονόητη (και ζητούμενη) δυνατότητα πρόσθετης απλούστευσης και διευκόλυνσης του υφιστάμενου πλαισίου ενδοομιλικών ελέγχων.
Την ίδια ώρα, αναπτυξιακά κίνητρα όπως οι πολυδιαφημιζόμενες υπερεκπτώσεις και υπεραποσβέσεις, θα μπορούν να αξιοποιούνται συνολικά σε Ομιλικό επίπεδο, χωρίς τη φορολογική δαμόκλειο σπάθη της 5ετούς παραγραφής του χρόνου μεταφοράς φορολογικών ζημιών.
Αυτό αναμένεται να ενισχύσει περαιτέρω την ανταγωνιστικότητα, αλλά και την ανάληψη πρωτοβουλιών, είτε ίδρυσης νέων επιχειρήσεων, είτε στήριξης νέων δραστηριοτήτων, με έμφαση στο περιβάλλον, στην ψηφιοποίηση και στην καινοτομία, ώστε να διαμορφώσουν μια νέα δυναμική, χωρίς να είναι κατ’ ανάγκη εξ αρχής κερδοφόρες.
Συμπληρωματικά με τα παραπάνω, αξίζει να υιοθετηθεί άλλη μια σημαντική τομή στο φορολογικό περιβάλλον της χώρας μας, που επίσης αποτελεί διαρκές αίτημα της αγοράς: η μεταφορά φορολογικών ζημιών (Tax Loss Carry Forward) από 5 σε 10 έτη. Συνιστά σημαντικό εργαλείο φορολογικής πολιτικής προς την ίδια μάλιστα κατεύθυνση, η δε αξία του φάνηκε στα δύσκολα χρόνια της πανδημίας. Όπου, για να μην χαθούν οι συσσωρευόμενες ζημίες και να στηριχθούν οι επιχειρήσεις, με σχετική Σύσταση της Ε.Ε. στο όχι πολύ μακρινό 2021, δόθηκε η δυνατότητα συμψηφισμού φορολογικών ζημιών, εκτός από τα μελλοντικά κέρδη και με αυτά των προηγουμένων χρήσεων (Tax Loss Carry Back), πλαίσιο που δυστυχώς δεν εφαρμόσθηκε στην Ελλάδα.
Επιπροσθέτως, το ίδιο ενιαίο Ομιλικό πλαίσιο μπορεί να εφαρμόζεται και για σκοπούς ΦΠΑ, με την αυτονόητη θετική επίπτωση στις ταμειακές ροές και την αυτοχρηματοδότηση των επιχειρήσεων, χωρίς την αναμονή ελέγχων και καθυστερήσεων στην είσπραξη των αντίστοιχων πιστωτικών υπολοίπων.
Ο σχεδιασμός των παραμέτρων εφαρμογής, όπου θα παρέχεται η δυνατότητα οι φορολογικές ζημίες να μεταφέρονται από μια εταιρεία σε άλλη εντός του ίδιου Ομίλου (που σημειωτέον θα ήταν δυνατόν υπό προϋποθέσεις να εφαρμόζεται και σε επίπεδο Ε.Ε.), θα μπορούσε ενδεικτικά να περιλαμβάνει: τον χρόνο συμμετοχής στον Όμιλο εντός της χρήσης, το ελάχιστο ποσοστό επί της εκατό (%) της συμμετοχής αυτής και τέλος, τον χρόνο φορολογικής κατοικίας στην Ελλάδα. Θα ήταν ευχής έργον, να δοθεί σύντομα η ευκαιρία, ώστε να θέσουμε τέτοια ζητήματα και προτάσεις στο πλαίσιο σχετικής διαβούλευσης.
Η χώρα μας πρέπει να αναλάβει γενναίες πρωτοβουλίες, λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι ο ανταγωνισμός είναι ιδιαίτερα σκληρός διεθνώς. Βρισκόμαστε δε σε μια γεωγραφική γειτονιά με χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές, που ακόμη και με την εφαρμογή του ελάχιστου συντελεστή 15% διατηρείται η σημαντική διαφορά με τον ισχύοντα σήμερα συντελεστή 22%. Αποτελεί αναγκαιότητα για την Ελλάδα να υιοθετήσει μέτρα και τομές, αντιγράφοντας βέλτιστες πρακτικές που ήδη εφαρμόζονται αλλού, ώστε να αποτελέσει πλέον βασική και σταθερή επενδυτική επιλογή.