Η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αναπτύξει την Εθνοφρουρά στην Καλιφόρνια, παρακάμπτοντας τη συναίνεση των τοπικών αρχών, δεν μπορεί να ερμηνευτεί απλώς ως μια επιθετική πολιτική επιλογή για την αποκατάσταση της δημόσιας τάξης. Αντιθέτως, ανέδειξε ένα θεμελιώδες πολιτειακό ζήτημα: τη διεκδίκηση μιας μορφής εξουσίας που υπερβαίνει τα συνταγματικά όρια και εγγίζει τον πυρήνα της πολιτικής κυριαρχίας.
Στο πλαίσιο αυτό, ο στοχασμός του Carl Schmitt καθίσταται ιδιαίτερα διαφωτιστικός. Ο Γερμανός νομικός και πολιτικός φιλόσοφος διατύπωσε στην Πολιτική Θεολογία την περίφημη θέση ότι «κυρίαρχος είναι εκείνος που αποφασίζει για την κατάσταση εξαίρεσης». Σύμφωνα με αυτήν τη θεώρηση, η εξουσία δεν ορίζεται αποκλειστικά από τη νομιμότητα, αλλά από την ικανότητα να αναστέλλει το δίκαιο και, κατά συνέπεια, να το θεμελιώνει εκ νέου. Υπό αυτό το πρίσμα, η μονομερής απόφαση του Τραμπ να ενεργοποιήσει στρατιωτικές δυνάμεις στο εσωτερικό έδαφος της χώρας μπορεί να ιδωθεί όχι ως εφαρμογή του νόμου, αλλά ως εγκαθίδρυση ενός εναλλακτικού, ιδιότυπου κανόνα εξουσίας.
Η επίκληση της ασφάλειας και οι όροι όπως «εισβολή» ή «εξέγερση» δεν λειτουργούν απλώς ως επικοινωνιακές στρατηγικές. Αντιθέτως, συγκροτούν ένα ιδεολογικό πλέγμα που επανακαθορίζει το πολιτικό τοπίο, διαχωρίζοντας ρητά τους «φίλους» από τους «εχθρούς» της πολιτείας – ένας διαχωρισμός καίριος στο έργο του Schmitt. Ετσι, οι διαδηλωτές, οι τοπικές κυβερνήσεις που προβάλλουν αντιστάσεις, ακόμη και ξένες κυβερνήσεις όπως αυτή του Μεξικού, συντίθενται σε μια ενιαία απειλή –είτε πραγματική είτε κατασκευασμένη– απέναντι στην οποία ο πρόεδρος προβάλλει ως ο μοναδικός εγγυητής της θεσμικής τάξης.
Ωστόσο, το ουσιώδες διακύβευμα δεν είναι η μεταναστευτική πολιτική καθαυτή, αλλά τα όρια της εκτελεστικής εξουσίας εντός ενός συνταγματικού πλαισίου. Η πιθανή υπέρβαση του Posse Comitatus Act, που περιορίζει τη στρατιωτική εμπλοκή σε αστικές υποθέσεις, και η επίκληση του Insurrection Act συνιστούν όχι απλώς νομικές παρεκκλίσεις, αλλά ενδείξεις μιας δομικής μετατόπισης: από τη συνταγματική κανονικότητα προς μια διαρκή κατάσταση εξαίρεσης, όπου ο νόμος δεν λειτουργεί ως περιορισμός της εξουσίας, αλλά ως μεταγενέστερη επικύρωση των εκτελεστικών αποφάσεων.
Πολιτικοί αναλυτές έχουν επισημάνει ότι τέτοιες κινήσεις εντάσσονται σε μια ευρύτερη στρατηγική ενίσχυσης του ηγετικού προφίλ του Τραμπ, στη βάση ενός δόγματος «σκληρής ασφάλειας». Η Wall Street Journal, για παράδειγμα, υπογράμμισε τη σύνδεση αυτής της ρητορικής με την αδυναμία διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών. Ωστόσο, η πολιτική αυτή δεν εξαντλείται σε προεκλογικούς υπολογισμούς· εγγράφεται σε μια ευρύτερη διαδικασία στρατιωτικοποίησης της εσωτερικής πολιτικής, η οποία δύναται να εγκαινιάσει ένα νέο παράδειγμα διακυβέρνησης, όπου η εκτελεστική εξουσία λειτουργεί με όρους «απόφασης» και όχι εντός των ορίων του κανόνα.
Η κρίση στο Λος Αντζελες, με τις σύνθετες κοινωνικές, πολιτικές και διπλωματικές της προεκτάσεις, καθιστά επιτακτική τη διατύπωση ενός καίριου ερωτήματος: Είναι σε θέση τα θεσμικά και κοινωνικά αντίβαρα της αμερικανικής δημοκρατίας να αποτρέψουν την παγίωση μιας νέας πολιτειακής «κανονικότητας», στην οποία η εξουσία αυτονομοποιείται και αποφασίζει κατά παρέκκλιση του δικαίου;
Η τελευταία φορά που οι Ηνωμένες Πολιτείες κατέφυγαν στη χρήση στρατιωτικών δυνάμεων χωρίς την άμεση συναίνεση των Πολιτειών ήταν το 1965, με στόχο την προστασία των διαδηλωτών κατά του φυλετικού διαχωρισμού – μια ενέργεια που ερείδεται σε ανθρωπιστικές αρχές. Σήμερα, τίθεται εκ νέου το ερώτημα: Ποια είναι η νομιμοποιητική βάση της εξουσίας όταν ο νόμος αποδεικνύεται ανεπαρκής; Και, κυρίως, ποιος έχει την αρμοδιότητα να κρίνει πότε ο νόμος μπορεί να ανασταλεί;
Το ερώτημα αυτό δεν αφορά αποκλειστικά την αμερικανική πραγματικότητα· εγείρει θεμελιώδη ζητήματα για κάθε φιλελεύθερη δημοκρατία που επιχειρεί να ισορροπήσει μεταξύ ασφάλειας και ελευθερίας. Διότι, όπως μας υπενθυμίζει ο Schmitt, η αυθεντική φύση της κυριαρχίας δεν αποκαλύπτεται όταν ο νόμος εφαρμόζεται, αλλά όταν καθίσταται δυνατό να τεθεί προσωρινά εκτός ισχύος.
*Αναπληρωτής καθηγητής Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, Διεθνών Σχέσεων & Διπλωματίας - Τμήμα Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστημίου Πειραιώς