«Οφείλω τεράστια ευγνωμοσύνη στην κοινωνία που με στήριξε»

4 days ago 9

Ο μεγάλος πλούτος του Κώστα Λογοθέτη είναι η συναίσθηση του χρέους. Ο ανθρωπισμός. Η επιμονή του. Το βιβλίο του «Γεντί Κουλέ: Ετσι έκλεισε το κάτεργο» (εκδόσεις Μπαρμπουνάκη) αποτελεί μνημείο αγώνων, μνήμης, πολύχρονης μάχης. Δείχνει το πείσμα του να ξεσκεπάσει το σάπιο σύστημα των κυκλωμάτων των φυλακών, τις άθλιες συνθήκες κράτησης των φυλακισμένων, τονίζοντας ότι αν το σωφρονιστικό σύστημα είναι άρρωστο, τότε δεν μπορεί να υπάρχει και δικαιοσύνη όσο καλά κι αν οι δικαστές κάνουν τη δουλειά τους.

Εντυπωσιάζουν τα ντοκουμέντα, οι φωτογραφίες, οι καταθέσεις, τα δημοσιεύματα, οι μαρτυρίες, τα χειρόγραφα.

Ο πρώην εισαγγελέας και δικηγόρος Κώστας Λογοθέτης πάλεψε με τη Λερναία Υδρα της βρόμικης λειτουργίας των φυλακών και δικαιώθηκε. Μας μίλησε στην «Εφ.Συν.» για την υπόθεση με τις τραγικές της συνέπειες.

  • Γιατί επαναφέρατε στο προσκήνιο αυτή την οδυνηρή ιστορία;

Εάν η καταστροφή της δικής μου καριέρας αφορούσε ένα μόνο συγκεκριμένο πρόσωπο, πράγματι δεν θα ήταν άξια καταγραφής, αφού -μάλιστα- όλα αυτά αποτελούν πλέον παρελθόν. Εντελώς αντίθετα όμως, η θηριώδης, μακρόχρονη και ανελέητη προσωπική καταδίωξή μου (και δη υπό την πρόσθετη τότε ιδιότητα του αντιπροέδρου της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων) στόχο είχε την καταπτόηση ολοκλήρου του Εισαγγελικού Σώματος. Και αυτό για να εξαπλωθεί και να παγιωθεί η πεποίθηση πως όποιος εισαγγελέας θα αποτολμούσε ξανά σύγκρουση με τα βρομερά (αλλά και παντοδύναμα) κυκλώματα των φυλακών, με βεβαιότητα υπέγραφε την υπηρεσιακή του εξόντωση. Το μήνυμα που εκπεμπόταν ήταν σαφέστατο: «Κάτω τα χέρια από τα κυκλώματα των φυλακών». Ή, με άλλα λόγια, «όποιος εισαγγελέας διανοηθεί να κάνει το ίδιο σ’ αυτό ή οποιοδήποτε άλλο κάτεργο της χώρας, θα έχει την ίδια τύχη».

Ο,τι και να γνωρίζει κανείς, ό,τι και να έχει διαβάσει για το Γεντί Κουλέ, η ζωντανή επαφή με τη φρικτή πραγματικότητα ήταν κάτι το συγκλονιστικό

Η αναβίωση και καταγραφή μιας τόσο οδυνηρής περιπέτειας έχει και έναν άλλο σκοπό: Με τη δημόσια εξιστόρηση του κλεισίματος του κάτεργου, να εδραιωθεί στο συλλογικό υποσυνείδητο ότι, εντελώς ανεξάρτητα από την όποια ταλαιπωρία των εισαγγελέων, τα κυκλώματα αυτά μπόρεσαν τελικά να συντριβούν, οι προστάτες τους εξευτελισμένοι να ηττηθούν και ένα φοβερό κάτεργο που για εκατό χρόνια στοίχειωνε τη Θεσσαλονίκη να κλείσει μέσα στη γενική χλεύη και οργή της κοινωνίας. Αυτής της κοινωνίας στην οποία οφείλω τεράστια ευγνωμοσύνη για τη στήριξή της στις δύσκολες εκείνες ώρες: Οπως ίσως θα θυμάστε, ύστερα από κάθε εις βάρος μου νέα άδικη δίωξη, ο Τύπος όλων των πολιτικών αποχρώσεων, οι Δικηγορικοί Σύλλογοι, η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων, η Ενωση Δικαστών του ΣτΕ, οι Σύλλογοι Δικαστικών Υπαλλήλων και δεκάδες άλλων προσώπων και φορέων δημόσια εξεδήλωναν τη στήριξη και συμπαράστασή τους. Με μία και μόνο θλιβερή εξαίρεση: την «εφημερίδα» «Αυριανή», που σχεδόν καθημερινά μας εξύβριζε (εμένα και την αείμνηστη Χρυσούλα Γιαταγάνα) με τα χειρότερα λόγια και σκίτσα. Βέβαια ύβρεις από τη συγκεκριμένη φυλλάδα έπαινοι μάλλον ήταν, αλλά σκεφθείτε και τους εισαγγελείς να διαβάζουν σχεδόν καθημερινά αυτές τις χυδαιότητες.

  • Ποιο ήταν το μεγαλύτερο εμπόδιο που συναντήσατε στον αγώνα σας;

Εάν το εμπόδιο ήταν ένα, θα μπορούσε εύκολα να υπερκεραστεί και η έρευνα να προχωρήσει κανονικά. Δυστυχώς όμως, με την ολοκλήρωση του πορίσματός μου και την υποβολή του στην Εισαγγελία Θεσσαλονίκης, άμεσα ενεργοποιήθηκε ένας ολόκληρος μηχανισμός συγκάλυψης, ψεύδους και μιας απεγνωσμένης (αλλά μάλλον γελοίας) προσπάθειας τόσο από το υπουργείο «Δικαιοσύνης» όσο και μέρος της ανώτερης εισαγγελικής ιεραρχίας το μεν κάτεργο να εμφανιστεί ως επίγειος σωφρονιστικός παράδεισος, εγώ δε ως μυθομανής που από το μυαλό μου «κατέβαζα» βιασμούς, ξυλοδαρμούς, βασανισμούς, κλοπές, ναρκωτικά, τάφους των ζωντανών νεκρών και τα συναφή.

https://el.wikipedia.org/wiki/

Και αυτά όχι μόνο ως θεωρητικές απόψεις: Οταν κορυφώθηκαν οι πιέσεις της κοινής γνώμης για το τι απέγινε το πόρισμα εκείνης της έρευνας (το οποίο ήδη από τετραμήνου είχε αρμοδίως υποβληθεί), τόσο το υπουργείο «Δικαιοσύνης» όσο και η Εισαγγελία Θεσσαλονίκης καθόλου δεν δίστασαν επίσημα και δημόσια να δηλώσουν πως «ο κ. Λογοθέτης δεν ολοκλήρωσε την έρευνα λόγω των δικαστικών διακοπών». Προκειμένου δηλαδή να αποσιωπηθούν οι φοβερές αποκαλύψεις, επέλεξαν να επιρρίψουν σε μένα όχι μόνο τη νομική ευθύνη αλλά και την ηθική, αφού με εμφάνιζαν στο πανελλήνιο σαν εισαγγελέα που προτίμησε τις διακοπές του αφήνοντας τους κρατούμενους έρμαια στην κόλαση του Γεντί Κουλέ. Προφανώς, βέβαια, βασίζονταν στο ότι ένας εισαγγελέας πρώτου βαθμού δεν θα τολμούσε να τα βάλει με ένα παντοδύναμο υπουργείο και με μια εξίσου ισχυρότατη υπηρεσιακή ιεραρχία. Τελικά μπροστά όμως σ’ αυτά τα αδιέξοδα, αναγκάστηκα να καλέσω ο ίδιος του συναδέλφους σας και να παραδώσω στη δημοσιότητα το «χαμένο» πόρισμα καθώς και την ημερομηνία τής από τετραμήνου πρωτοκόλλησής του. Αντιλαμβάνεσθε το τι επακολούθησε, ιδίως όταν διαπιστώθηκε πως η καταγραφή του στο πρωτόκολλο της υπηρεσίας είχε διαγραφεί με διορθωτικό υγρό (blanco), επάνω στο οποίο αναγράφηκε η πρωτοκόλληση ενός άλλου, συνήθους, αστυνομικού εγγράφου.

Από τότε και ιδίως όταν απετόλμησα να υπερασπισθώ την αείμνηστη συνάδελφό μου Χρ. Γιαταγάνα και σε ποινικό δικαστήριο μετά τις πειθαρχικές της διώξεις, συνεχίστηκε η ατελείωτη σειρά δικών μου πειθαρχικών διώξεων, με αιτιάσεις από προκλητικές έως γελοίες. Φυσικά αυτές δεν οδήγησαν πουθενά πέραν της διαρκούς ταλαιπωρίας μου με τις μεταβάσεις μου στον Αρειο Πάγο στην Αθήνα, όπου λειτουργούσαν τα πειθαρχικά δικαστήρια.

  • Πώς θα περιγράφατε την πρώτη επαφή και αυτή την εμπειρία σας;

Η αλήθεια είναι πως δεν περίμενα να δω μια κανονική φυλακή. Είχαν ήδη υπάρξει κατά καιρούς συγκλονιστικά δημοσιεύματα για την ιστορία του Γεντί Κουλέ ως κάτεργου στη Θεσσαλονίκη, ενώ είχε προηγηθεί και το πόρισμα Γιαταγάνα. Αυτό ακριβώς είχα κληθεί ως αρχαιότερος εκείνης να επιβεβαιώσω ή να διαψεύσω. Οι έμμεσες βέβαια και «φιλικές» προτροπές και υποδείξεις ήταν πως «αυτή δεν ξέρει τι λέει», το πόρισμα της «ήταν αποκύημα φαντασίας», τα λέει αυτά «γιατί ήταν ερωτευμένη με κάποιον κρατούμενο» και άλλα παρόμοια. Την παραμονή δε της έναρξης της δικής μου έρευνας, η «Αυριανή» σε πρωτοσέλιδο δημοσίευμά της είχε μεγάλη φωτογραφία της Γιαταγάνα με τον υπέρτιτλο «κ. Κακλαμάνη, η χοντροεισαγγελίνα σου χρειάζεται ψυχίατρο». Ευχερώς αντιλαμβάνεσθε ότι, επειδή η Γιαταγάνα είχε ήδη συντάξει και υποβάλει το πόρισμά της, η προειδοποίηση απευθυνόταν σε μένα με τον σαφή υπαινιγμό για το τι περίμενε και μένα εάν δεν κάλυπτα τον βόρβορο του κάτεργου.

Εν πάση περιπτώσει η πρώτη μου ελεγκτική επαφή με το Γεντί Κουλέ ήταν πράγματι τραυματική. Ο,τι και να γνωρίζει κανείς, ό,τι και να έχει διαβάσει για το κάτεργο, η ζωντανή επαφή με τη φρικτή πραγματικότητα ήταν κάτι το συγκλονιστικό. Νεαροί κρατούμενοι κατάπιναν κουτάλια, λάμπες, σύρματα και άλλα προκειμένου να χειρουργούνται, ξεφεύγοντας λίγες μέρες από το κάτεργο. Αλλοι κλείνονταν για μέρες στα μπουντρούμια της απομόνωσης, πάνω στο τσιμέντο, χωρίς φως, νερό, στρώματα ή κουβέρτες και τουαλέτα, βγαίνοντας από κει σχεδόν μισότρελοι. Αλλοι κρατούμενοι ανεμπόδιστα βίαζαν νεαρούς κρατούμενους, ενώ η διεύθυνση συστηματικά αρνούνταν να διακομίσει για νοσηλεία φυματικούς ή άλλους βαριά ασθενείς. Τα κονδύλια για τη σίτιση των κρατουμένων κατακλέβονταν από μέλη του προσωπικού, ενώ ο ρουχισμός που φιλανθρωπικά σωματεία δώριζαν στη φυλακή σπάνια έφθανε στα χέρια των κρατουμένων. Αν σ’ αυτά προσθέσει κανείς την ευθέως εχθρική συμπεριφορά του σωφρονιστικού προσωπικού απέναντι σε κάθε προσπάθεια διερεύνησης των πραγμάτων, εύκολα γίνονται αντιληπτά τα συναισθήματα της επαφής μου με τον συγκεκριμένο χώρο και τα όσα σ’ αυτόν συνέβαιναν.

Δείτε όλο το άρθρο

© HellaZ.GR.News 2025. Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα

-